Kotso Dine Robev 1915-1947
Κάτω απο αυτές τις δύσκολες συνθήκες τα παιδιά από μικρή ηλικία αναγκάστηκαν να δουλέψουν σκληρά. Έτσι και ο Κότσσο μόλις έγινε 15 χρονών, άρχισε να εργάζεται στα ορυχεία της Μπάνιτσα. Μέσα σ’ αυτές τις δύσκολες συνθήκες εργασίας ο Κότσσο εγίνε δραστήριο μέλος και οργανωτικό στέλεχος του συνδικάτου των ανθρακωρύχων. Μέσα από το συνδικάτο μαζί με άλλους συντρόφους και εργάτες αγωνίστηκε με απεργιακές κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την καθιέρωση του οκταώρου. Το 1932 έγίνε μέλος της οργάνωσης “Εργατική Αλληλεγγύη”. Το 1936 άρχισε να υπηρετεί την στρατιωτική του θητεία στο Лерин-Λέριν (Φλώρινα) με τον βαθμό του Λοχία και το Πάσχα του ιδίου έτους πήρε εορταστική άδεια και επέστρεψε στο χωριό του. Εκεί υπήρχε το έθιμο να γίνεται γλέντι στην πλατεία με μακεδόνικους παραδοσιακούς χορούς. Είναι γνωστό από τα έθιμα και την παράδοση, ότι όταν χορεύουν οι άνδρες, δεν έχει κανείς το δικαίωμα να διακόψει τον χορό και το τραγούδι. Εκείνο το απόγευμα ο Κότσσο έσερνε πρώτος το μακεδόνικο χορό Бајраче-Μπαϊράτσσε. Ξαφνικά εμφανίστηκε η αστυνομία με σκοπό να διαλύσει το γλέντι. Ο Κότσσο, που ήταν ντυμένος με τα στρατιωτικά ρούχα, αντιστάθηκε με αποτέλεσμα να προπηλακιστεί από τους χωροφύλακες, ενώ μαζί με τους συγχωριανούς του προσπάθησαν να συνεχίσουν το γλέντι. Οι χωροφύλακες αφού δεν κατόρθωσαν να διαλύσουν το γλέντι απευθύνθηκαν για βοήθεια στον συνοριακό στρατώνα. Με την άφιξη ίων στρατιωτών ο διοικητής διέταξε τον Κότσσο να πάρει θέση υπέρ της χωροφυλακής και να στραφεί εναντίον των συγχωριανών του. Όπως ήταν φυσικό, αρνήθηκε με αποτέλεσμα να τιμωρηθεί και να εξορισθεί μαζί με άλλους τέσσερις από την Μπάνιτσα στο νησί Αγιος Ευστράτιος. Εκεί έμεινε μέχρι το 1940, δηλαδή μέχρι την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας εναντίον της Ελλάδος.
Στις 29 Οκτωβρίου 1940, μιά μέρα μετά την έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου, ο Κότσσο με 20 κρατούμενους συγχωριανούς του μεταφέρθηκαν στη νήσο Χίο. Το ίδιο διάστημα εκατοντάδες Μακεδόνες εξορίστηκαν στα ξερονήσια του Αιγαίου και στην Πελλοπόνησο. Τον Μάϊο του 1941 ο Κότσσο Ρόμπεβ μαζί με άλλους συγκρατούμενούς του κατόρθωσαν να δραπετεύσουν από τις φυλακές της Χίου. Επέστρεψε στη Μπάνιτσα και άρχισε την οργανωτική δουλειά ενάντια στην φασιστική κατοχή. Στις 18 Ιανουαρίου 1944 μαζί με τον ακτιβιστή Лазо Кочев-Λάζο Κότσσεβ, μετά από προδοσία συνελήφθησαν από τους Γερμανούς κατακτητές και οδηγήθηκαν στις φυλακές του στρατοπέδου “Παύλου Μελά” στην Θεσσαλονίκη. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος από την Γερμανική κατοχή και τη γνωστή συμφωνία της Βάρκιζας η εξουσία πέρασε στα χέρια αυταρχικών κυβερνήσεων.
Το κλίμα τρομοκρατίας που επέβαλε το ελληνικό κράτος και παρακράτος, ανάγκασε τον Κότσσο, μαζί με άλλους συναγωνιστές του, να απομακρυνθούν για ένα διάστημα από την Ελλάδα και να μεταφερθούν στο μακρυνό Μπούλκες στη Βοϊβοντίνα. Τον Σεπτέμβριο του 1946 επέστρεψε στο Λέριν-Φλώρινα και με την ιδιότητα του κομματικού επιτετραμένου συνέχισε τον αγώνα ενάντια στον εγχώριο φασισμό. Τον Ιανουάριο του 1947 ακτιβιστές από το χωριό Пополжани-Ποπόλζζανι (Παπαγιάννη Φλώρινας) ενημέρωσαν τον Κότσσο, ότι οι αρχές του χωριού κάνουν προσπάθειες να οπλίσουν και να στρέψουν τους χωρικούς εναντίον του Δ.Σ.Ε. Αυτός μαζί με τους συντρόφους του Константин Цингов-Κόσταντιν Τσίγκοβ και Танас Ашлаков-Τάνας Ασσλάκοβ πήγαν στο χωριό για να αποτρέψουν τους χωρικούς από μια τέτοια ενέργεια. Εκεί σε μάχη με αντίπαλες ομάδες έπεσε νεκρός.
Μετά από αυτό οι στρατιώτες δεν σεβάστηκαν το νεκρό Κότσσο. Αφού τον έδεσαν πίσω από στρατιωτικό φορτηγό, τον έσερναν μέσα στους δρόμους του Λέριν-Φλώρινα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου